-Μπορείς να σταματήσεις τον χρόνο; ρώτησε.
-Ποιόν;
-Τον χρόνο που τρέχει.
-Φυσικά, απάντησε. Δείξε μου πού είναι και θα τον σταματήσω.
-Μα δεν μπορείς να τον δεις. Είναι παντού και πουθενά.
-Δεν καταλαβαίνω. Τότε πώς ξέρεις ότι υπάρχει; Μήπως τον ακούς;
-Ναι. Στο τικ-τακ του ρολογιού.
-Ε, τότε μπορώ να σπάσω το ρολόι.
-Μα, δεν έχει νόημα. Ο χρόνος θα τρέχει, ακόμα και αν το ρολόι δεν λειτουργεί. Το ρολόι απλώς τον μετράει.
-Δηλαδή μετράει κάτι που ούτε βλέπεις, ούτε ακούς, που είναι παντού και πουθενά; Μήπως μπορείς να τον αγγίξεις; Ή να τον μυρίσεις;
-Όχι.
-Τότε πώς ξέρεις ότι υπάρχει;
-Το νιώθω. Όταν είμαι εγώ και δεν είμαι. Όταν τα χαμόγελα γίνονται ρυτίδες. Όταν οι άνθρωποι γίνονται αναμνήσεις. Και τα όνειρα μένουν όνειρα.
-Γάμμα Βήτα-